Καίω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: καίω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
увехнал, съсухрен, съсухрям, обгарям, изсъхвам
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καίω
καλω κλίση, καίω φασκόμηλο, καίω λίπος, καίω φλάντζα, καίω συνώνυμα, καίω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, καίω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κίτρινος στα βουλγαρικά - жълт, жълто, жълта, жълти, жълтата
- καίριος στα βουλγαρικά - могила, решаващ, решаващо значение, от решаващо значение, решаваща, съществено значение
- καβάκι στα βουλγαρικά - Kavaki
- καβαλιέρος στα βουλγαρικά - охрана, ескорт, Escort, придружител, конвой
Τυχαίες λέξεις
Καίω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: увехнал, съсухрен, съсухрям, обгарям, изсъхвам
Μεταφράσεις: увехнал, съсухрен, съсухрям, обгарям, изсъхвам