Καίω στα ολλανδικά

Μετάφραση: καίω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aanbranden, branden, schoroeien, verdroogd, dor, schroeiplaten, Sear
Καίω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καίω

καλω κλίση, καίω φασκόμηλο, καίω λίπος, καίω φλάντζα, καίω συνώνυμα, καίω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, καίω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κίτρινος στα ολλανδικά - verbleekt, geel, gele, de gele
  • καίριος στα ολλανδικά - ernstig, groeve, bedenkelijk, hachelijk, graf, tijdig, kritiek, ...
  • καβάκι στα ολλανδικά - populier, peppel, Kavaki
  • καβαλιέρος στα ολλανδικά - accompagnement, chaperonne, begeleiding, escorte, escort, de Escorte, begeleider
Τυχαίες λέξεις
Καίω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: aanbranden, branden, schoroeien, verdroogd, dor, schroeiplaten, Sear