Καίω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: καίω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прыпальваць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καίω
καλω κλίση, καίω φασκόμηλο, καίω λίπος, καίω φλάντζα, καίω συνώνυμα, καίω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, καίω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κίτρινος στα λευκορωσικά - жауты, жоўты, желтый, жоўтае
- καίριος στα λευκορωσικά - вырашальнае, вырашальны
- καβάκι στα λευκορωσικά - Kavaki
- καβαλιέρος στα λευκορωσικά - эскорт
Τυχαίες λέξεις
Καίω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: прыпальваць
Μεταφράσεις: прыпальваць