Καίω στα δανικά
Μετάφραση: καίω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
brænde, ætse, stangarm, armen, sear, aftrækkerdelen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καίω
καλω κλίση, καίω φασκόμηλο, καίω λίπος, καίω φλάντζα, καίω συνώνυμα, καίω λεξικό γλώσσας δανικά, καίω στα δανικά
Μεταφράσεις
- κίτρινος στα δανικά - bleg, gul, gult, gule, yellow
- καίριος στα δανικά - grav, afgørende, afgørende betydning, af afgørende betydning, vigtigt
- καβάκι στα δανικά - Kavaki
- καβαλιέρος στα δανικά - escort, eskorte, ledsagelse, ledsager
Τυχαίες λέξεις
Καίω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: brænde, ætse, stangarm, armen, sear, aftrækkerdelen
Μεταφράσεις: brænde, ætse, stangarm, armen, sear, aftrækkerdelen