Καταθλιπτικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: καταθλιπτικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
арогантен, надменен, властен, командващата, властния
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταθλιπτικός
καταθλιπτικός αγωγός, καταθλιπτικός ρεαλισμός, καταθλιπτικός συνόνυμα, καταθλιπτικός αγωγός ορισμός, καταθλιπτικός ιδεασμός, καταθλιπτικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, καταθλιπτικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- καταδότης στα βουλγαρικά - трева, доносник, информатор, крада, доноснича, свивам
- καταδύομαι στα βουλγαρικά - погребение, гмуркане, потопите, за гмуркане, гмуркането, се потопите
- καταιγίδα στα βουλγαρικά - буря, бурята, бури, ураган
- καταιγισμός στα βουλγαρικά - залп, градушка, град, душ, душ кабина, телевизор, вана, ...
Τυχαίες λέξεις
Καταθλιπτικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: арогантен, надменен, властен, командващата, властния
Μεταφράσεις: арогантен, надменен, властен, командващата, властния