Καταθλιπτικός στα δανικά
Μετάφραση: καταθλιπτικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
anmassende, overbærende
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταθλιπτικός
καταθλιπτικός αγωγός, καταθλιπτικός ρεαλισμός, καταθλιπτικός συνόνυμα, καταθλιπτικός αγωγός ορισμός, καταθλιπτικός ιδεασμός, καταθλιπτικός λεξικό γλώσσας δανικά, καταθλιπτικός στα δανικά
Μεταφράσεις
- καταδότης στα δανικά - græs, stikker, Snitch, sladrehank, stikke
- καταδύομαι στα δανικά - dykke, synke, dive, dyk, dykker, dykning
- καταιγίδα στα δανικά - storm, stormen, uvejr, storme
- καταιγισμός στα δανικά - regn, hagl, bruser, brusebad, bad, brus, brusekabine
Τυχαίες λέξεις
Καταθλιπτικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: anmassende, overbærende
Μεταφράσεις: anmassende, overbærende