Κηπουρικός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: κηπουρικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
градинарство, градинарски, градинарството, градинарско, градински
Κηπουρικός στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κηπουρικός

κηπουρικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κηπουρικός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • κηλιδώνω στα βουλγαρικά - теснина, петно, петна, петна по, петнистост
  • κηπουρική στα βουλγαρικά - градинарство, Дом, градинарството, озеленяване, градински
  • κηπουρός στα βουλγαρικά - градинар, градинарство, градинаря, градинарят
  • κηροζίνη στα βουλγαρικά - петрол, керосин, керосина, на керосина
Τυχαίες λέξεις
Κηπουρικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: градинарство, градинарски, градинарството, градинарско, градински