Κρατώ στα βουλγαρικά

Μετάφραση: κρατώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
трюм, запазвам, държа, задръжте, държи, държат, притежават
Κρατώ στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κρατώ

κρατώ αγγλικά, κρατώ παράγωγα, κρατώ το ίσο, κρατώ σε απόσταση, κρατώ κλίση, κρατώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κρατώ στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • κραταιός στα βουλγαρικά - могъщ, силен, мощен, могъщата, могъща
  • κρατημένος στα βουλγαρικά - държани, Притежавани, Провежда, Провежда се
  • κραυγάζω στα βουλγαρικά - възкликвам, извиквам, възкликне, възкликнем, да възкликне
  • κραυγή στα βουλγαρικά - крик, вик, вика, плача, плач, писък
Τυχαίες λέξεις
Κρατώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: трюм, запазвам, държа, задръжте, държи, държат, притежават