Κρατώ στα λιθουανικά

Μετάφραση: κρατώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
laikyti, pragyvenimas, sutrukdyti, tęsti, rankena, turėti, surengti, eiti, išlaikyti
Κρατώ στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κρατώ

κρατώ αγγλικά, κρατώ παράγωγα, κρατώ το ίσο, κρατώ σε απόσταση, κρατώ κλίση, κρατώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κρατώ στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • κραταιός στα λιθουανικά - stiprus, galingas, Mighty, galinga, Galingasis
  • κρατημένος στα λιθουανικά - Turimos, Held, Turimi, laikomos, įvykusio
  • κραυγάζω στα λιθουανικά - šaukti, rėkti, sušukti, sušunkame, Iekliegties
  • κραυγή στα λιθουανικά - verkti, šaukti, rėkti, šauksmas, verksmas, riksmas, šūkis
Τυχαίες λέξεις
Κρατώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: laikyti, pragyvenimas, sutrukdyti, tęsti, rankena, turėti, surengti, eiti, išlaikyti