Λιμάρω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: λιμάρω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
стържене, скрибуцане, пиля, изчегъртвам, казвам с рязък глас
Λιμάρω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λιμάρω

λιμάρω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, λιμάρω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • λιμάνι στα βουλγαρικά - пристанище, порт, пристанището, порта, пристанищното
  • λιμάρης στα βουλγαρικά - стържене, скрибуцане, пиля, изчегъртвам, казвам с рязък глас
  • λιμασμένος στα βουλγαρικά - грабеж, граби, опустошителния, прегладнял, който граби
  • λιμνάζων στα βουλγαρικά - застой, стагнация, стагнацията, на стагнация
Τυχαίες λέξεις
Λιμάρω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: стържене, скрибуцане, пиля, изчегъртвам, казвам с рязък глас