Λουτρό στα βουλγαρικά
Μετάφραση: λουτρό, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
манна, ранния, баня, вана, банята
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λουτρό
λουτρό των αέρηδων, λουτρό σφακίων, λουτρό σφακιά, λουτρό υπερήχων, λουτρό χανίων, λουτρό λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, λουτρό στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- λουστράρισμα στα βουλγαρικά - полиране, полиране на, полиращ, за полиране
- λουστράρω στα βουλγαρικά - полски, търкам, лъскам, разкрасявам, възстановявам, подновявам
- λουφάζω στα βουλγαρικά - симулант, топля се, топля, наслаждават, се наслаждават, къпе
- λουφές στα βουλγαρικά - взятка, Loafing
Τυχαίες λέξεις
Λουτρό στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: манна, ранния, баня, вана, банята
Μεταφράσεις: манна, ранния, баня, вана, банята