Λουτρό στα δανικά

Μετάφραση: λουτρό, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
toilet, badekar, bad, Badekar, Bath, badet
Λουτρό στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λουτρό

λουτρό των αέρηδων, λουτρό σφακίων, λουτρό σφακιά, λουτρό υπερήχων, λουτρό χανίων, λουτρό λεξικό γλώσσας δανικά, λουτρό στα δανικά

Μεταφράσεις

  • λουστράρισμα στα δανικά - polering, polering af, poleringen, slibning
  • λουστράρω στα δανικά - pudse, polere, furbish
  • λουφάζω στα δανικά - dase, sole sig, sole, metalkugler
  • λουφές στα δανικά - dagdriveri, loafing, driveri
Τυχαίες λέξεις
Λουτρό στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: toilet, badekar, bad, Badekar, Bath, badet