Μέσα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μέσα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
в, рамките, в рамките, рамките на, в рамките на
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέσα
μέσα σου βρίσκομαι στίχοι, μέσα σου βρίσκομαι, μέσα μαζικής ενημέρωσης, μέσα μεταφοράς, μέσα από τις φλόγες, μέσα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μέσα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μέρισμα στα βουλγαρικά - дивидент, дивиденти, дивидентите, дивидента, на дивидент
- μέρος στα βουλγαρικά - место, помещение, част, участие, частично, страна, участват
- μέση στα βουλγαρικά - талия, кръста, талията, на талията, на кръста
- μέσο στα βουλγαρικά - средство, средства, посредством, помощта, начин
Τυχαίες λέξεις
Μέσα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: в, рамките, в рамките, рамките на, в рамките на
Μεταφράσεις: в, рамките, в рамките, рамките на, в рамките на