Μαγειρικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μαγειρικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кулинарния, кулинарен, кулинарно, кулинарни, кулинарна, кулинарното
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαγειρικός
μαγειρικός ασβέστης, μαγειρικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μαγειρικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μαγειρεύω στα βουλγαρικά - готвач, Кук, Cook, готвачка, готвя
- μαγειρική στα βουλγαρικά - готварство, кухня, готварски, готварска, кулинария
- μαγευτικός στα βουλγαρικά - пленителен, приказно, омайната, приказния, пленителна
- μαγεύω στα βουλγαρικά - очарование, вещица, вещици, на вещици, вещицата
Τυχαίες λέξεις
Μαγειρικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: кулинарния, кулинарен, кулинарно, кулинарни, кулинарна, кулинарното
Μεταφράσεις: кулинарния, кулинарен, кулинарно, кулинарни, кулинарна, кулинарното