Μαγειρικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: μαγειρικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
culinária, culinário, culinary, gastronómica, culinárias
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαγειρικός
μαγειρικός ασβέστης, μαγειρικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μαγειρικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- μαγειρεύω στα πορτογαλικά - cozinheira, cozinheiro, cozinhar, cozer, cook, Cozinhe
- μαγειρική στα πορτογαλικά - culinária, cozinha, cookery, gastronomia, de culinária
- μαγευτικός στα πορτογαλικά - encantador, encantadora, enchanting, encantadoras, fascinante
- μαγεύω στα πορτογαλικά - graça, aliciar, encanto, fascinar, bruxa, da bruxa, witch, ...
Τυχαίες λέξεις
Μαγειρικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: culinária, culinário, culinary, gastronómica, culinárias
Μεταφράσεις: culinária, culinário, culinary, gastronómica, culinárias