Μιαίνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μιαίνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
замърсявам, замърсяват, замърсява, замърсят, замърси
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μιαίνω
μιαίνω αρχικοί χρόνοι, μιαίνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μιαίνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μηχανισμός στα βουλγαρικά - механизъм, механизъм за, механизма, механизми
- μηχανουργός στα βουλγαρικά - машинист, механик, шлосер, машинен шлосер
- μιζέρια στα βουλγαρικά - бедност, мизерия, нещастие, мизерията, нещастието, страдание
- μικραίνω στα βουλγαρικά - гаснене, намалявам, губя блясъка си, дефектен край на талпа, дефектен край на дъска
Τυχαίες λέξεις
Μιαίνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: замърсявам, замърсяват, замърсява, замърсят, замърси
Μεταφράσεις: замърсявам, замърсяват, замърсява, замърсят, замърси