Μιζέρια στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μιζέρια, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бедност, мизерия, нещастие, мизерията, нещастието, страдание
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μιζέρια
μιζέρια λεξικό, μιζέρια ακλονητος, μιζέρια ετυμολογία, πόρκα μιζέρια, μιζέρια wiki, μιζέρια λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μιζέρια στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μηχανουργός στα βουλγαρικά - машинист, механик, шлосер, машинен шлосер
- μιαίνω στα βουλγαρικά - замърсявам, замърсяват, замърсява, замърсят, замърси
- μικραίνω στα βουλγαρικά - гаснене, намалявам, губя блясъка си, дефектен край на талпа, дефектен край на дъска
- μικροποσότητα στα βουλγαρικά - струйка, кратен, аликвотна, аликвотна част, аликвота, аликвотната
Τυχαίες λέξεις
Μιζέρια στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: бедност, мизерия, нещастие, мизерията, нещастието, страдание
Μεταφράσεις: бедност, мизерия, нещастие, мизерията, нещастието, страдание