Μιζέρια στα τούρκικα
Μετάφραση: μιζέρια, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sefalet, yoksulluk, misery, sefaletin, sefaleti, mutsuzluk
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μιζέρια
μιζέρια λεξικό, μιζέρια ακλονητος, μιζέρια ετυμολογία, πόρκα μιζέρια, μιζέρια wiki, μιζέρια λεξικό γλώσσας τούρκικα, μιζέρια στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- μηχανουργός στα τούρκικα - makinist, machinist, makinistliği, makineci, adet makinist
- μιαίνω στα τούρκικα - bulaştırmak, kirletmek, kirletmez, kirleten, kirletebilecek, kirletecek
- μικραίνω στα τούρκικα - azaltmak, eksiltmek, azalmak, wane, zayıflamak, kerestedeki kusur, batmak
- μικροποσότητα στα τούρκικα - damlamak, tümbölen, kısım, alikotu, tümböleni, alikosu
Τυχαίες λέξεις
Μιζέρια στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sefalet, yoksulluk, misery, sefaletin, sefaleti, mutsuzluk
Μεταφράσεις: sefalet, yoksulluk, misery, sefaletin, sefaleti, mutsuzluk