Νησάκι στα βουλγαρικά

Μετάφραση: νησάκι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
остров, островче, островчета, островна, островчетата, на островчетата
Νησάκι στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νησάκι

νησάκι ασπίδα σαρωνικός, νησάκι τριζόνια, νησάκι δράμας, νησάκι στη λιμνοθάλασσα του μεσολογγίου, νησάκι «ασπίδα» στο σαρωνικό, νησάκι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, νησάκι στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • νηνεμία στα βουλγαρικά - тишина, затишие, приспи, временно затишие, затихвам
  • νηοπομπή στα βουλγαρικά - конвой, на състава от кораби, състава от кораби, конвоя
  • νησί στα βουλγαρικά - остров, Island, Айлънд, острова
  • νησιώτης στα βουλγαρικά - островитянин, Islander, островитяните
Τυχαίες λέξεις
Νησάκι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: остров, островче, островчета, островна, островчетата, на островчетата