Νησάκι στα σουηδικά

Μετάφραση: νησάκι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ö, islet, holmen, holme, lilla ön
Νησάκι στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νησάκι

νησάκι ασπίδα σαρωνικός, νησάκι τριζόνια, νησάκι δράμας, νησάκι στη λιμνοθάλασσα του μεσολογγίου, νησάκι «ασπίδα» στο σαρωνικό, νησάκι λεξικό γλώσσας σουηδικά, νησάκι στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • νηνεμία στα σουηδικά - lugna, stillhet, stilla, mildra, lugn, lull, stiltje, ...
  • νηοπομπή στα σουηδικά - flotta, konvoj, konvojen, eskortfartyg, eskortfartyget
  • νησί στα σουηδικά - ö, Island, ön, öns
  • νησιώτης στα σουηδικά - öbo, Islander, skärgårds, öbon, öborna
Τυχαίες λέξεις
Νησάκι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: ö, islet, holmen, holme, lilla ön