Νησάκι στα ολλανδικά

Μετάφραση: νησάκι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
eilandje, Islet, eilandjes, eilandjescellen, eilandjes van Langerhans
Νησάκι στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νησάκι

νησάκι ασπίδα σαρωνικός, νησάκι τριζόνια, νησάκι δράμας, νησάκι στη λιμνοθάλασσα του μεσολογγίου, νησάκι «ασπίδα» στο σαρωνικό, νησάκι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, νησάκι στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • νηνεμία στα ολλανδικά - gerust, wiegen, bedaardheid, geruststellen, kalm, kalmeren, stillen, ...
  • νηοπομπή στα ολλανδικά - gauw, gezwind, spoedig, snel, vloot, vlug, haastig, ...
  • νησί στα ολλανδικά - eiland, Island, eiland van, het eiland, het Eiland van
  • νησιώτης στα ολλανδικά - eilandbewoner, Islander, eilandbewonervrouw, Oceanisch, eilander
Τυχαίες λέξεις
Νησάκι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: eilandje, Islet, eilandjes, eilandjescellen, eilandjes van Langerhans