Νησάκι στα ουκρανικά
Μετάφραση: νησάκι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
острови, острівець, острівку, острівок, островок
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νησάκι
νησάκι ασπίδα σαρωνικός, νησάκι τριζόνια, νησάκι δράμας, νησάκι στη λιμνοθάλασσα του μεσολογγίου, νησάκι «ασπίδα» στο σαρωνικό, νησάκι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, νησάκι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- νηνεμία στα ουκρανικά - млявий, тепленький, рівний, збайдужілий, байдужий, тихий, затишшя, ...
- νηοπομπή στα ουκρανικά - флотилія, флот, швидкий, минати, бистрий, конвой
- νησί στα ουκρανικά - мусульманин, мусульманський, острів, остров
- νησιώτης στα ουκρανικά - острів, островитянин, острів'янин, остров'янин
Τυχαίες λέξεις
Νησάκι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: острови, острівець, острівку, острівок, островок
Μεταφράσεις: острови, острівець, острівку, острівок, островок