Νομισματικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: νομισματικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
паричен, паричната, парична, на паричната, по паричната
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νομισματικός
νομισματικός μετατροπέας, νομισματικός πόλεμος, νομισματικός αποπληθωρισμός, νομισματικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, νομισματικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- νομίζω στα βουλγαρικά - мисля, смятате, мислите
- νομιμότητα στα βουλγαρικά - законност, законността, законосъобразност, законосъобразността, на законността
- νομισματοκοπείο στα βουλγαρικά - мента, джоджен, ментов, монетния двор, ментата
- νομοθεσία στα βουλγαρικά - устав, законодателство, законодателството, законодателството на, законодателство на
Τυχαίες λέξεις
Νομισματικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: паричен, паричната, парична, на паричната, по паричната
Μεταφράσεις: паричен, паричната, парична, на паричната, по паричната