Νομισματικός στα δανικά
Μετάφραση: νομισματικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
monetære, monetær, den monetære, monetaere, penge-
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νομισματικός
νομισματικός μετατροπέας, νομισματικός πόλεμος, νομισματικός αποπληθωρισμός, νομισματικός λεξικό γλώσσας δανικά, νομισματικός στα δανικά
Μεταφράσεις
- νομίζω στα δανικά - mene, tænke, tror, mener, synes
- νομιμότητα στα δανικά - lovlighed, lovligheden, lovlige, lovlig, legalitet
- νομισματοκοπείο στα δανικά - mynte, mint, hel, mintgrøn, præge
- νομοθεσία στα δανικά - lovgivning, lovgivningen, bestemmelser
Τυχαίες λέξεις
Νομισματικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: monetære, monetær, den monetære, monetaere, penge-
Μεταφράσεις: monetære, monetær, den monetære, monetaere, penge-