Νομισματικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: νομισματικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
monetário, monetária, monetárias, monetários, monetary
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νομισματικός
νομισματικός μετατροπέας, νομισματικός πόλεμος, νομισματικός αποπληθωρισμός, νομισματικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, νομισματικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- νομίζω στα πορτογαλικά - opinar, julgar, coisas, supor, ver, pensar, pense, ...
- νομιμότητα στα πορτογαλικά - legalidade, a legalidade, da legalidade, de legalidade
- νομισματοκοπείο στα πορτογαλικά - menta, ministério, hortelã, mint, de hortelã, da hortelã
- νομοθεσία στα πορτογαλικά - legislação, a legislação, regulamentação, legislações, da legislação
Τυχαίες λέξεις
Νομισματικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: monetário, monetária, monetárias, monetários, monetary
Μεταφράσεις: monetário, monetária, monetárias, monetários, monetary