Νομισματικός στα τσεχικά
Μετάφραση: νομισματικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
peněžní, měnový, monetární, měnové, měnová, měnovou
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νομισματικός
νομισματικός μετατροπέας, νομισματικός πόλεμος, νομισματικός αποπληθωρισμός, νομισματικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, νομισματικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- νομίζω στα τσεχικά - soudit, mínit, uvažovat, zamýšlet, přemýšlet, hodlat, myslet, ...
- νομιμότητα στα τσεχικά - zákonnost, legitimita, zákonitost, legitimnost, legálnost, správnost, legalita, ...
- νομισματοκοπείο στα τσεχικά - máta, mincovna, máty, mátou, mincovny
- νομοθεσία στα τσεχικά - zákonodárství, ustanovení, předpis, legislativa, nařízení, zákon, právní předpisy, ...
Τυχαίες λέξεις
Νομισματικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: peněžní, měnový, monetární, měnové, měnová, měnovou
Μεταφράσεις: peněžní, měnový, monetární, měnové, měnová, měnovou