Οικονόμος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: οικονόμος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
икономка, икономката, домакиня, домашна помощничка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οικονόμος
οικονόμος συνώνυμα, ζητείται οικονόμος, οικονόμος εκκλησία, οικονόμος τσαριτσάνης, οικονόμοσ τσαριτσάνησ κεραυνόσ θεσπρωτικού, οικονόμος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, οικονόμος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- οικονομολογία στα βουλγαρικά - икономика, икономиката, Икономически, Economics, на икономиката
- οικονομολόγος στα βουλγαρικά - икономист, икономистът, икономист на, икономиста
- οικοσημολογία στα βουλγαρικά - хералдика, герб, великолепна украса
- οικοσύστημα στα βουλγαρικά - екосистема, екосистемите, екосистемата, на екосистемите, екосистемния
Τυχαίες λέξεις
Οικονόμος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: икономка, икономката, домакиня, домашна помощничка
Μεταφράσεις: икономка, икономката, домакиня, домашна помощничка