Πίφερο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πίφερο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
pifero
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πίφερο
πίφερο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πίφερο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πίστωση στα βουλγαρικά - кредит, цитат, доверие, кредити, кредитна, кредитен, в кредити
- πίτα στα βουλγαρικά - пай, Pie, кръгова, баница, сладкиш
- παίζω στα βουλγαρικά - игра, драма, хазарт, играя, свиря, играе, играят, ...
- παίκτης στα βουλγαρικά - играч, актьор, музикант, плейър, играчите, плеър, играч на
Τυχαίες λέξεις
Πίφερο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: pifero
Μεταφράσεις: pifero