Παραγέμισμα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: παραγέμισμα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
плънка, пълнеж, пълнене, плънката, уплътняване
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παραγέμισμα
παραγέμισμα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, παραγέμισμα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- παραβολή στα βουλγαρικά - иносказание, сравнение, притча, притчата, притчи, поговорка
- παραβρίσκομαι στα βουλγαρικά - посещавам, присъстват, присъства, посещават, присъстват на
- παραγγέλλω στα βουλγαρικά - орден, клуб, постановление, означавам, поръчвам, ангажирам
- παραγγελία στα βουλγαρικά - клуб, постановление, орден, ред, поръчка, нареждане, заповед, ...
Τυχαίες λέξεις
Παραγέμισμα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: плънка, пълнеж, пълнене, плънката, уплътняване
Μεταφράσεις: плънка, пълнеж, пълнене, плънката, уплътняване