Παραγέμισμα στα δανικά

Μετάφραση: παραγέμισμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fyld, udstopning, stopning, stuffing, fyldet
Παραγέμισμα στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παραγέμισμα

παραγέμισμα λεξικό γλώσσας δανικά, παραγέμισμα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • παραβολή στα δανικά - sammenligning, lignelse, lignelsen, parabel
  • παραβρίσκομαι στα δανικά - pleje, deltage, deltage i, at deltage, deltager, overvære
  • παραγγέλλω στα δανικά - rang, dekret, orden, udvalg, bestilling, ordning, forordning, ...
  • παραγγελία στα δανικά - forordning, klasse, ordning, bestille, dekret, befaling, ordre, ...
Τυχαίες λέξεις
Παραγέμισμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fyld, udstopning, stopning, stuffing, fyldet