Πετσοκόβω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: πετσοκόβω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
хамалски, кранта, Рязка рана, Hack, рана
Πετσοκόβω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πετσοκόβω

πετσοκόβω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πετσοκόβω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • πετσέτα στα βουλγαρικά - салфетка, кърпа, кърпи, хавлия, хавлии, хавлиена кърпа
  • πετσετάκι στα βουλγαρικά - салфетка, покривчица
  • πετυχαίνω στα βουλγαρικά - успявам, успее, успеем, успеят, успеете
  • πετυχημένος στα βουλγαρικά - успешното, успешно, успешен, успешна, успешни
Τυχαίες λέξεις
Πετσοκόβω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: хамалски, кранта, Рязка рана, Hack, рана