Πλαστικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πλαστικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пластмаса, пластмасов, пластмасови, пластмасова, пластична
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλαστικός
πλαστικός φράχτης χώρου παιχνιδιού, πλαστικός χλοοτάπητας, πλαστικός χειρουργός μαρούσι, πλαστικός χειρουργός αθ.χριστόπουλος, πλαστικός χλοοτάπητας τιμες, πλαστικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πλαστικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πλανόδιος στα βουλγαρικά - пътуващ, амбулантна, странстващ, скитник, пътническото търговско
- πλασματικός στα βουλγαρικά - измислен, привиден, фиктивен, фиктивни, фиктивна
- πλαστογραφία στα βουλγαρικά - фалшификация, подправка, фалшифициране, подправяне, подправен
- πλαστός στα βουλγαρικά - измислен, привиден, фиктивен, фиктивни, фиктивна
Τυχαίες λέξεις
Πλαστικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: пластмаса, пластмасов, пластмасови, пластмасова, пластична
Μεταφράσεις: пластмаса, пластмасов, пластмасови, пластмасова, пластична