Πλαστικός στα ολλανδικά

Μετάφραση: πλαστικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
plastic, plastiek, plastisch, kunststof, plastische
Πλαστικός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πλαστικός

πλαστικός φράχτης χώρου παιχνιδιού, πλαστικός χλοοτάπητας, πλαστικός χειρουργός μαρούσι, πλαστικός χειρουργός αθ.χριστόπουλος, πλαστικός χλοοτάπητας τιμες, πλαστικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πλαστικός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πλανόδιος στα ολλανδικά - landloper, zwerver, vagebond, rondreizend, ambulante, routes, rondtrekkende
  • πλασματικός στα ολλανδικά - fictief, gefingeerd, fictieve, gefingeerde, denkbeeldige
  • πλαστογραφία στα ολλανδικά - navolging, vervalsen, vervalsing, namaak, bedrieger, vals, nabootsing, ...
  • πλαστός στα ολλανδικά - nabootsing, namaak, vals, vervalsen, vervalsing, bedrieger, navolging, ...
Τυχαίες λέξεις
Πλαστικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: plastic, plastiek, plastisch, kunststof, plastische