Πλεξούδα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πλεξούδα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
нишка, кичур, верига, направление, елемент
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλεξούδα
πλεξούδα τσουρέκι, πλεξούδα καταρράκτη, πλεξούδα στεφάνι, πλεξούδα καταρράκτης με δύο σκέλη, πλεξούδα ψαροκόκαλο, πλεξούδα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πλεξούδα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πλειονότητα στα βουλγαρικά - мнозинство, мнозинството, мажоритарен, голямата част
- πλειστηριασμός στα βουλγαρικά - търг, аукцион, търга, тръжна, за търга
- πλεονάζων στα βουλγαρικά - излишен, съкратени, излишни, съкратените, излишно
- πλεονέκτημα στα βουλγαρικά - предимство, преимущество, възползват, възползва, възползвате
Τυχαίες λέξεις
Πλεξούδα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: нишка, кичур, верига, направление, елемент
Μεταφράσεις: нишка, кичур, верига, направление, елемент