Πολύκροτος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πολύκροτος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сензационен, сензационно, сензационни, сензационна, сензационното
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πολύκροτος
πολύκροτος συνωνυμο, πολύκροτος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πολύκροτος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πολύ στα βουλγαρικά - много, изключително, твърде, доста, самото
- πολύγλωσσος στα βουλγαρικά - полиглот, Polyglot, многоезичен, на Полиглот
- πολύμοχθος στα βουλγαρικά - труден, трудна, тежък, трудни, трудната
- πολύπλοκος στα βουλγαρικά - комплекс, сложен, сложна, комплексна
Τυχαίες λέξεις
Πολύκροτος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: сензационен, сензационно, сензационни, сензационна, сензационното
Μεταφράσεις: сензационен, сензационно, сензационни, сензационна, сензационното