Πολύκροτος στα ουκρανικά

Μετάφραση: πολύκροτος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
укладений, сенсаційний
Πολύκροτος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πολύκροτος

πολύκροτος συνωνυμο, πολύκροτος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πολύκροτος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • πολύ στα ουκρανικά - дуже-дуже, жвавість, дуже, піднесено, вельми, надто, значно
  • πολύγλωσσος στα ουκρανικά - багатолінійний, поліглот, полиглот
  • πολύμοχθος στα ουκρανικά - робота, старанний, важкий, важке, найважчий, складний, тяжкий
  • πολύπλοκος στα ουκρανικά - ускладнений, заплутаний, складний, комплексний, комплекс, важкий
Τυχαίες λέξεις
Πολύκροτος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: укладений, сенсаційний