Προχωρώ στα βουλγαρικά
Μετάφραση: προχωρώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
придвижения, процедира, пристъпи, продължи, продължете, продължите
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προχωρώ
προχωρώ αγγλικά, προχωρώ συνώνυμο, προχωρώ συνώνυμα, προχωρώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, προχωρώ στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- προχρονολογούμαι στα βουλγαρικά - prochronologoumai
- προχωρημένος στα βουλγαρικά - напреднал, Разширено, форма разширено, напреднали, напреднала
- προωθώ στα βουλγαρικά - задвижване, задвижват, задвижване на, придвижва, тласкат
- προϊστορικός στα βουλγαρικά - праисторически, праисторическо, праисторическата, праисторическа, праисторическия
Τυχαίες λέξεις
Προχωρώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: придвижения, процедира, пристъпи, продължи, продължете, продължите
Μεταφράσεις: придвижения, процедира, пристъпи, продължи, продължете, продължите