Πόστο στα βουλγαρικά

Μετάφραση: πόστο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пост, длъжност, Post, пощата, публикация
Πόστο στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πόστο

πόστο συνώνυμα, κόντρα πόστο, πόστο μεταφραση, πόστο συνώνυμο, πόστο γωνία ιωάννινα, πόστο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πόστο στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • πόρτα στα βουλγαρικά - врата, вратата, врати, на вратата
  • πόσιμος στα βουλγαρικά - напитка, годен за пиене, питейна, питейната, питейни, на питейна
  • πότε στα βουλγαρικά - кога, когато, при, когато се
  • πότε- στα βουλγαρικά - случайно, всякога, когато и да било, да било, било преди, да било преди
Τυχαίες λέξεις
Πόστο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: пост, длъжност, Post, пощата, публикация