Σαλιγκάρι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: σαλιγκάρι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
охлюв, охлюви, на охлюв, Охлювът
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαλιγκάρι
σαλιγκάρι βικιπαίδεια, σαλιγκάρι conus marmoreus, σαλιγκάρι στο νηπιαγωγείο, σαλιγκάρι ονειροκρίτης, σαλιγκάρι τραγούδι, σαλιγκάρι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σαλιγκάρι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- σαλιάζω στα βουλγαρικά - лигавя, лиги, лигавя се, слюнка, лигавене
- σαλιαρίζω στα βουλγαρικά - лигавене, слюнка, лиги, лигавя се
- σαλόνι στα βουλγαρικά - диван, салон, Salon, салон за, фризьорски, салона
- σαματάς στα βουλγαρικά - шум, раздухване
Τυχαίες λέξεις
Σαλιγκάρι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: охлюв, охлюви, на охлюв, Охлювът
Μεταφράσεις: охлюв, охлюви, на охлюв, Охлювът