Σουφρώνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: σουφρώνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
неточен удар, силен удар, тласнете, Тласък За, прекарване на пръст
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σουφρώνω
σουφρώνω τα χείλη, σουφρώνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σουφρώνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- σουρούπωμα στα βουλγαρικά - свечеряване, падането на нощта, падне нощта, настъпването на нощта, да падне нощта
- σουσούμι στα βουλγαρικά - sousoumi
- σοφά στα βουλγαρικά - мъдро, разумно, Навин, умно
- σοφέρ στα βουλγαρικά - шофьор, шофьора, шофьорът, шофьорска
Τυχαίες λέξεις
Σουφρώνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: неточен удар, силен удар, тласнете, Тласък За, прекарване на пръст
Μεταφράσεις: неточен удар, силен удар, тласнете, Тласък За, прекарване на пръст