Σουφρώνω στα ιταλικά

Μετάφραση: σουφρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
colpire, rubare, colpo, magnetica, strisciamento
Σουφρώνω στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σουφρώνω

σουφρώνω τα χείλη, σουφρώνω λεξικό γλώσσας ιταλικά, σουφρώνω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • σουρούπωμα στα ιταλικά - crepuscolo, imbrunire, tramonto, calar della notte, il tramonto
  • σουσούμι στα ιταλικά - sousoumi
  • σοφά στα ιταλικά - saggiamente, sapientemente, saggezza, Wisely, con saggezza
  • σοφέρ στα ιταλικά - autista, chauffeur, conducente, l'autista, con autista
Τυχαίες λέξεις
Σουφρώνω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: colpire, rubare, colpo, magnetica, strisciamento