Σουφρώνω στα λιθουανικά
Μετάφραση: σουφρώνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nudžiauti, trenkti, suduoti, pavogti, servetėlės
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σουφρώνω
σουφρώνω τα χείλη, σουφρώνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σουφρώνω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- σουρούπωμα στα λιθουανικά - prietema, sutemos, Ateinančio naktys, Kėdę, Zmrok
- σουσούμι στα λιθουανικά - sousoumi
- σοφά στα λιθουανικά - išmintingai, Wisely, Tinkamai, protingai, apgalvotai
- σοφέρ στα λιθουανικά - šoferis, Chauffeur, vairuotojas, vairuotoju, vairuotojais
Τυχαίες λέξεις
Σουφρώνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: nudžiauti, trenkti, suduoti, pavogti, servetėlės
Μεταφράσεις: nudžiauti, trenkti, suduoti, pavogti, servetėlės