Συγκεκριμένος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: συγκεκριμένος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бетонния, бетон, специфичен, специфична, специфични, специфично, конкретна
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγκεκριμένος
συγκεκριμένος ετυμολογια, συγκεκριμένος βικιλεξικο, συγκεκριμένος στα αγγλικά, συγκεκριμένος μετάφραση, συγκεκριμένος αγγλικα, συγκεκριμένος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, συγκεκριμένος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- συγκατανεύω στα βουλγαρικά - sygkatanefo
- συγκεκριμένα στα βουλγαρικά - специфично, конкретно, специално, изрично
- συγκεντρώνομαι στα βουλγαρικά - концентрат, сбор, концентрирам, се концентрира, се съсредоточи, се концентрират
- συγκεντρώνω στα βουλγαρικά - сбор, концентрат, маршал, събирам, събира, събират, събиране на, ...
Τυχαίες λέξεις
Συγκεκριμένος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: бетонния, бетон, специфичен, специфична, специфични, специфично, конкретна
Μεταφράσεις: бетонния, бетон, специфичен, специфична, специфични, специфично, конкретна