Συγκεκριμένος στα σουηδικά
Μετάφραση: συγκεκριμένος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
exakt, konkret, precisera, ackurat, betong, specifik, specifika, särskilda, särskild, visst
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγκεκριμένος
συγκεκριμένος ετυμολογια, συγκεκριμένος βικιλεξικο, συγκεκριμένος στα αγγλικά, συγκεκριμένος μετάφραση, συγκεκριμένος αγγλικα, συγκεκριμένος λεξικό γλώσσας σουηδικά, συγκεκριμένος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- συγκατανεύω στα σουηδικά - sygkatanefo
- συγκεκριμένα στα σουηδικά - specifikt, särskilt, speciellt, uttryckligen, bestämt
- συγκεντρώνομαι στα σουηδικά - plocka, skörda, anrika, koncentrera, samla, koncentrera sig, koncentreras, ...
- συγκεντρώνω στα σουηδικά - marskalk, koncentrera, anrika, samla, samla in, samlar, samlar in, ...
Τυχαίες λέξεις
Συγκεκριμένος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: exakt, konkret, precisera, ackurat, betong, specifik, specifika, särskilda, särskild, visst
Μεταφράσεις: exakt, konkret, precisera, ackurat, betong, specifik, specifika, särskilda, särskild, visst