Συγκεκριμένος στα ουγγρικά

Μετάφραση: συγκεκριμένος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
sajátos, fajlagos, specifikus, speciális, beton, különleges, konkrét, egyedi
Συγκεκριμένος στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συγκεκριμένος

συγκεκριμένος ετυμολογια, συγκεκριμένος βικιλεξικο, συγκεκριμένος στα αγγλικά, συγκεκριμένος μετάφραση, συγκεκριμένος αγγλικα, συγκεκριμένος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, συγκεκριμένος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • συγκατανεύω στα ουγγρικά - sygkatanefo
  • συγκεκριμένα στα ουγγρικά - kimondottan, speciálisan, kifejezetten, konkrétan, külön, specifikusan
  • συγκεντρώνομαι στα ουγγρικά - mustra, koncentrál, koncentrálni, koncentrátum, összpontosítani, összpontosítania
  • συγκεντρώνω στα ουγγρικά - tábornagy, marsall, udvarmester, mustra, gyűjt, gyűjteni, összegyűjti, ...
Τυχαίες λέξεις
Συγκεκριμένος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: sajátos, fajlagos, specifikus, speciális, beton, különleges, konkrét, egyedi