Συγκεκριμένος στα τούρκικα

Μετάφραση: συγκεκριμένος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tam, özgül, kesin, somut, beton, özel, belirli, spesifik, belirli bir, özgü
Συγκεκριμένος στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συγκεκριμένος

συγκεκριμένος ετυμολογια, συγκεκριμένος βικιλεξικο, συγκεκριμένος στα αγγλικά, συγκεκριμένος μετάφραση, συγκεκριμένος αγγλικα, συγκεκριμένος λεξικό γλώσσας τούρκικα, συγκεκριμένος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • συγκατανεύω στα τούρκικα - rıza, sygkatanefo
  • συγκεκριμένα στα τούρκικα - özellikle, özel, özel olarak, spesifik, spesifik olarak
  • συγκεντρώνομαι στα τούρκικα - toplanmak, biriktirmek, toplamak, yoğunlaştırmak, yoğunlaşmak, konsantre, yoğunlaştırdı, ...
  • συγκεντρώνω στα τούρκικα - toplamak, toplama, tahsil, toplanması, toplamaya
Τυχαίες λέξεις
Συγκεκριμένος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: tam, özgül, kesin, somut, beton, özel, belirli, spesifik, belirli bir, özgü