Συμβολαιογράφος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: συμβολαιογράφος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
нотариус, нотариално, нотариална, нотариален, нотариалния
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμβολαιογράφος
συμβολαιογράφος σαντορίνης, συμβολαιογράφος νέα ιωνία, συμβολαιογράφος σύμφωνο συμβίωσης, συμβολαιογράφος χαλάνδρι, συμβολαιογράφος στα αγγλικά, συμβολαιογράφος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, συμβολαιογράφος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- συμβιβαστικός στα βουλγαρικά - отстъпчив, помирителен, примирителен, отстъпчива, помирително
- συμβολή στα βουλγαρικά - дар, дарение, подаряване, принос, участие, вноска, приноса, ...
- συμβολικός στα βουλγαρικά - символичен, символично, символична, символичната, символна
- συμβουλή στα βουλγαρικά - съвет, съвети, консултации, консултация, становища
Τυχαίες λέξεις
Συμβολαιογράφος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: нотариус, нотариално, нотариална, нотариален, нотариалния
Μεταφράσεις: нотариус, нотариално, нотариална, нотариален, нотариалния