Συσκευή στα βουλγαρικά

Μετάφραση: συσκευή, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
план, приспособление, уред, апарат, устройство, устройството
Συσκευή στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συσκευή

συσκευή καθαρισμού αυτιών, συσκευή παρακολούθησης μωρού, συσκευή μασάζ, συσκευή αποτρίχωσης, συσκευή παρασκευής γιαουρτιού, συσκευή λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, συσκευή στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • συσκέπτομαι στα βουλγαρικά - комуна, община, общината, беседвам задушевно
  • συσκευάζω στα βουλγαρικά - обвивка, опаковам, увивам, увийте, увиване
  • συσκευασία στα βουλγαρικά - опаковки, пакет, опаковка, пакетите, на пакетите, пакета
  • συσκευαστής στα βουλγαρικά - опаковчик, почвоуплътнител, пакер, опаковчикът, пакетиращо предприятие
Τυχαίες λέξεις
Συσκευή στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: план, приспособление, уред, апарат, устройство, устройството