Συσφίγγω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: συσφίγγω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
свивам, притискам, свиват, се свиват, стесняват
Συσφίγγω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συσφίγγω

συσφίγγω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, συσφίγγω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • συστοιχία στα βουλγαρικά - батерия, акумулатор, батерията, на батерията, батерии, батериите
  • συστολή στα βουλγαρικά - принуждение, контракция, свиване, свиването, свиване на, съкращение
  • συσχέτιση στα βουλγαρικά - корелация, съответствието, на съответствието, съотношение, съответствията
  • συσχετίζω στα βουλγαρικά - корелира, корелират, съпоставят, корелация, се съпоставят
Τυχαίες λέξεις
Συσφίγγω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: свивам, притискам, свиват, се свиват, стесняват