Συσφίγγω στα ισλανδικά

Μετάφραση: συσφίγγω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
constrict
Συσφίγγω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συσφίγγω

συσφίγγω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συσφίγγω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • συστοιχία στα ισλανδικά - rafhlaða, rafhlaðan, rafhlöðu, rafhlöðuna, rafhlöðunnar
  • συστολή στα ισλανδικά - samdráttur, samdrætti, samdrátturinn, samdráttar, samdrátt
  • συσχέτιση στα ισλανδικά - fylgni, fylgni á, tengsl, fylgnin, samhengi
  • συσχετίζω στα ισλανδικά - í samhengi, samsvörun milli, fylgni milli, var fylgni milli, á samsvörun milli
Τυχαίες λέξεις
Συσφίγγω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: constrict